Η κυρα-Μαρία στέλνει τον άντρα της τον κυρ-Στέλιο στην αγορά να πάρει σαλιγκάρια .
"
Μη πιάσεις τη κουβέντα στην αγορά . Να πας και να γυρίσεις αμέσως .
Δε θα προλάβουνε να γίνουνε τα σαλιγκάρια για το μεσημέρι "
Φεύγει ο κυρ-Στέλιος και πάει γρήγορα-γρήγορα στην αγορά , παίρνει τα σαλιγκάρια και ξεκινάει για το σπίτι .
Καθώς
περνούσε από ένα καφενείο κοντά στην αγορά , βλέπει μέσα 2 φίλους του
να πίνουν το ουζάκι τους . Τους χαιρετάει και κάθεται μαζί τους " για
λίγο , γιατί πρέπει να γυρίσει γρήγορα στο σπίτι ". Πίνει κι
αυτός τα ουζάκια του , ένα , δύο , τρία καραφάκια όταν θυμάται τη
γυναίκα του .
" Αμάν ! άργησα ! Φεύγω , θα τα πούμε μια άλλη φορά ! " και φεύγει βιαστικός .
Είχε φτάσει στα μισά του δρόμου όταν βλέπει το γείτονά του τον Θανάση .
" Πάμε για καμιά μπυρίτσα ; ", του λέει ο Θανάσης .
" Έχω αργήσει , Θανάση μου . Αλλά μη σου χαλάσω το χατίρι . Πάμε, αλλά για λίγο "
Και
κάθονται σε ένα μαγαζάκι . Πίνουν μια , δυο , τρεις , δέκα , έντεκα
μπύρες και ξαφνικά ο κυρ-Στέλιος κοιτάζει το ρολόι του . Είναι 5 η ώρα .
" Ποιος την ακούει τη κυρα-Μαρία ! " λέει και σηκώνεται να φύγει . Έχει ψιλομεθύσει , του
αρέσει άλλωστε το ποτό . Προχωράει όσο πιο γρήγορα μπορεί , αλλά 2
τετράγωνα πριν από το σπίτι του , συναντάει το φίλο του το Βαγγέλη .
" Έλα για λίγο στο σπίτι " του λέει ο Βαγγέλης . " Άνοιξα χθες ένα καινούργιο βαρέλι κρασί . Πρέπει να το δοκιμάσουμε ! "
Ανεβαίνει
ο κυρ-Στέλιος στο σπίτι του Βαγγέλη με τα σαλιγκάρια στο χέρι .
Δοκιμάζει το καινούργιο κρασί και πριν προλάβει να τελειώσει το
δεκατοπέμπτο ποτήρι διαπιστώνει ότι έχει σκοτεινιάσει . Δεν τον
παίρνουν τα πόδια του , αλλά τρεκλίζοντας και με τα σαλιγκάρια παραμάσχαλα
πάει προς το σπίτι .
"Δε θα ξανασταματήσω πουθενά ! " λέει μέσα στο μεθύσι του .
Φτάνει
στο σπίτι , βγάζει τα κλειδιά , προσπαθεί να βρει το σωστό κλειδί .
Δύσκολο όμως με το μεθύσι που έχει . Παραπατάει και του πέφτει η
σακούλα με τα σαλιγκάρια από τα χέρια . Σκίζεται και χύνονται τα
σαλιγκάρια στα σκαλοπάτια .
Η κυρα-Μαρία που καθόταν στα καρφιά από το πρωί , μόλις άκουσε το θόρυβο άνοιξε την πόρτα έξαλλη , έτοιμη να του χιμήξει .
" Που ήσουνα , βρε γαϊδούρι , όλη μέρα ; "
Κι ο κυρ-Στέλιος :
" Σσσσσσσσστ , μη φωνάζεις ! Δε βλέπεις ; " της λέει δείχνοντας τα σαλιγκάρια . Και γυρίζοντας προς τα πεσμένα σαλιγκάρια τους :
" Ελάτε – ελάτε – ελάτε , σαλιγκαράκια μου , κουράγιο , λίγο ακόμα και φτάσαμε ! "
Receive all updates via Facebook. Just Click the Like Button Below▼
▼
Powered By | Blog Gadgets Via Blogger Widgets
Ετικέτες
- gay (2)
- stand-up comedy (1)
- Άνδρες VS Πεθερές (5)
- Ανδρόγυνα (16)
- Αστείες εικόνες (117)
- Αστείες φανέλες (1)
- Γιατροί (9)
- Ερωτήσεις (62)
- Η/Υ (1)
- Θεός (12)
- Κλέφτες (5)
- Ξανθές (13)
- Παράδεισος (5)
- Παράλογα (98)
- Πολιτικοί (4)
- Πραγματικότητες (33)
- Πρόστυχα (16)
- Πόντιοι (22)
- Στο Μπαρ (7)
- Στο σχολείο (9)
- Το γνωστό τρίο (2)
- Τοτος (8)
- Τρελοί (4)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου